Type a search term to find related articles by LIMS subject matter experts gathered from the most trusted and dynamic collaboration tools in the laboratory informatics industry.
Το BDSM είναι μια μορφή ερωτικών προτιμήσεων και διαπροσωπικών σχέσεων που περιλαμβάνουν την συναινετική χρήση δεσμών, τον έντονο ερεθισμό των αισθήσεων και την εμπλοκή σε φαντασιακά παιχνίδια ρόλων και εξουσίας.
Ο όρος BDSM είναι ένα σύνθετο αρκτικόλεξο που αντιπροσωπεύει τις έξι αγγλικές λέξεις "Bondage, Discipline, Dominance, Submission, Sadism, and Masochism", οι οποίες μεταφράζονται σε δυάδες ως "Δεσμά & Πειθαρχία" (B/D), "Κυριαρχία & Υποταγή" (D/s) , "Σαδισμός & Μαζοχισμός" (S/M). Ο όρος αυτός χρησιμοποιείται για να περιγράψει ένα ευρύ φάσμα ερωτικών δραστηριοτήτων και συμπεριφορών συναινούντων ενηλίκων. Παράλληλα περιγράφει και διάφορες μορφές διαπροσωπικών σχέσεων, αλλά παράλληλα και κάποιες ξεχωριστές υποκουλτούρες και τάσεις που εκφράζονται μέσα από αυτό.
Ένα από τα βασικά χαρακτηριστικά του BDSM είναι το γεγονός πως οι δραστηριότητες και οι σχέσεις που λαμβάνουν χώρα μέσα στο πλαίσιο του χαρακτηρίζονται από το γεγονός πως οι συμμετέχοντες συνήθως αναλαμβάνουν συμπληρωματικούς, αλλά άνισους ρόλους. Οι συμμετέχοντες που έχουν ένα ενεργητικό ρόλο, που ελέγχουν τη δραστηριότητα ή ασκούν ερωτικό έλεγχο πάνω στους άλλους ονομάζονται Κυριαρχικοί. Οι συμμετέχοντες που αναλαμβάνουν τον παθητικό ρόλο, που είναι αποδέκτες της δραστηριότητας ή ελέγχονται από του παρτενέρ τους, είναι γνωστοί ως Bottom ή υποτακτικοί. Τα άτομα που εναλλάσσονται ανάμεσα στους δύο ρόλους, είτε σε διαφορετικές σχέσεις, είτε μέσα στην ίδια σχέση, ονομάζονται Switch (που μεταφράζεται αδόκιμα ως "Διακόπτης" από τα Αγγλικά).[1]
Ο όρος BDSM έχει γίνει ένας γενικός όρος που περιγράφει ένα ευρύ φάσμα ερωτικών δραστηριοτήτων και συμπεριφορών συναινούντων ενηλίκων.
Οι όροι που χρησιμοποιείται για τους διαφορετικούς ρόλους έχουν λεπτές διαφορές, αλλά γενικά οι όροι "κυριαρχικός" και "υποτακτικός" είναι εκείνοι που χρησιμοποιούνται για να περιγράψουν τους δύο πιο βασικούς ρόλους στο BDSM. Οι κυριαρχικοί είναι εκείνοι που είναι φυσικά ενεργοί ή ελέγχουν την δραστηριότητα και τους παρτενέρ τους. Οι υποτακτικοί είναι εκείνοι που δέχονται τη φυσική δραστηριότητα ή τον έλεγχο του Κυριαρχικού. Παράλληλα, χρησιμοποιούνται και δύο άλλοι αγγλικοί όροι Top και Bottom.
Η αλληλεπίδραση ανάμεσα στους δύο παρτενέρ, είτε αυτή είναι φυσική δραστηριότητα, είτε πνευματική κυριαρχία, αφορά κυρίως την παράδοση του υποτακτικού μέλους στο κυριαρχικό, είναι τυπικά γνωστή ως "ανταλλαγή εξουσίας". Αυτό μπορεί να γίνεται είτε στο πλαίσιο μιας σύντομης συνάντησης, είτε στο πλαίσιο μιας πιο μακροχρόνιας σχέσης Κυριαρχίας/υποταγής (D/s).
Οι φυσικές και πνευματικές δραστηριότητες μέσα στο πλαίσιο του BDSM λαμβάνουν χώρα σε ένα συγκεκριμένο τόπο και χρόνο, στον οποίο συμφωνούν και τα δύο μέρη και είναι τυπικά γνωστή ως "παιχνίδι" ή "συνεδρία" ή στα αγγλικά "session".
Τα μέρη που συμμετέχουν σε αυτές τις δραστηριότητες τυπικά την απολαμβάνουν, παρόλo που αυτές μπορεί να περιλαμβάνουν την πρόκληση πόνου, τον εξευτελισμό ή τον περιορισμό, που θα μπορούσαν να θεωρηθούν ως δυσάρεστες εμπειρίες υπό κανονικές συνθήκες. Παράλληλα, μέσα σε μια συνεδρία μπορεί να υπάρχει και σεξουαλική επαφή, είτε αυτή είναι κολπική, είτε στοματική, είτε πρωκτική, αλλά κάτι τέτοιο δεν είναι πάντα αναγκαίο και αυτοσκοπός.[2]
Οι βασικές αρχές για την άσκηση του BDSM απαιτούν πως θα πρέπει να πραγματοποιείται από υπεύθυνους συντρόφους, με την δική τους θέληση και συναίνεση, με τρόπο όσο γίνεται πιο ασφαλή. Από τη δεκαετία του 1980 αυτές οι βασικές αρχές περιγράφονται από τη φιλοσοφία "Ασφάλεια, λογική και συναίνεση", γνωστό ως ΑΛΣ ή SSC από το αγγλικό "Safe, Sane & Consensual". Αυτό σημαίνει πως όλα όσα γίνονται μέσα στο πλαίσιο του BDSM βασίζονται πάνω σε μια ασφαλή, λογική και συναινετική συμπεριφορά από όλα τα μέρη που εμπλέκονται στη δραστηριότητα.[3] Αυτή η αμοιβαία συναίνεση θέτει ένα ξεκάθαρο και κάθετο νομικό και ηθικό διαχωρισμό ανάμεσα στο BDSM και σε βίαια εγκλήματα όπως η σεξουαλική επίθεση ή η οικογενειακή βία.[4]
Η συναίνεση είναι το πιο σημαντικό κομμάτι του BDSM. Η συναίνεση και η συμμόρφωση μέσα στο πλαίσιο του BDSM μπορεί να δοθεί μόνο από άτομα που είναι σε θέση να κρίνουν τα πιθανά αποτελέσματα της δραστηριότητας αυτής. Για να υπάρχει συναίνεση θα πρέπει να υπάρχει και σχετική πληροφόρηση (που περιλαμβάνει την κατεύθυνση της συνεδρίας, τους πιθανούς κινδύνους, τη χρήση λέξης ασφαλείας ("safeword" και ποιο θα είναι αυτή κ.α.) Επίσης θα πρέπει το άτομο να είναι σε ηλικία συναίνεσης και να έχει την πνευματική ικανότητα να κρίνει από μόνο του. Η συναίνεση και η κατανόηση που προκύπτουν από μια ανάλογη διαδικασία, συχνά περιγράφεται με την θέσπιση ορίων, μιας συμφωνίας για το τι μπορεί να λάβει χώρα στο παιχνίδι και τι δεν μπορεί.[5]
Πέρα από τις γενικές συμβουλές σχετικά με το ασφαλές σεξ, οι συνεδρίες BDSM συχνά χρειάζονται περισσότερες προφυλάξεις από το λεγόμενο vanilla sex (δηλαδή τη σεξουαλική συμπεριφορά χωρίς στοιχεία BDSM).[6]
Για να διασφαλιστεί η συναίνεση στις δραστηριότητες σχετικές με το BDSM, είναι συχνό φαινόμενο να υπάρχουν διαπραγματεύσεις πριν το παιχνίδι, ειδικά ανάμεσα σε συντρόφους που δεν γνωρίζονται πολύ καλά. Αυτές οι διαπραγματεύσεις σχετίζονται με τα συμφέροντα και τις φαντασιώσεις κάθε ενός από τους συντρόφους και σκοπό έχουν να δημιουργήσουν ένα κοινό πλαίσιο.[7] Αυτού του είδους οι συζητήσεις είναι πολύ κοινές στο BDSM και είναι κάτι που χαρακτηρίζει τις συνεδρίες που γίνονται μέσα στο πλαίσιο του.[8]
Γενικά, θα πρέπει να είναι δυνατό σε κάθε μέρος που συναινεί να μπορεί να ανακαλέσει τη συναίνεση του ανά πάσα στιγμή.[9] Αυτό μπορεί να επιτευχθεί με τη χρήση προκαθορισμένων λέξεων ασφαλείας, οι οποίες χρησιμοποιούνται για να μεταβάλουν ή να σταματήσουν τη δραστηριότητα.[6][10] Οι λέξεις ασφαλείας δεν αφορούν μόνο το υποτακτικό μέρος, αλλά και το κυριαρχικό, καθώς τα όρια του δεύτερου πρέπει να είναι και αυτά σεβαστά.
Ο μη σεβασμός της λέξης ασφαλείας θεωρείται σοβαρό παράπτωμα στο χώρο του BDSM και μπορεί εύκολα να μεταβάλει μια ερωτική συναινετική κατάσταση σε ένα έγκλημα [8] καθώς το υποτακτικό μέρος ανακαλεί ρητά την συναίνεση του για οποιαδήποτε δραστηριότητα που θα συντελεστεί μετά από τη χρήση της λέξης ασφαλείας.[11]
Όσοι συμμετέχουν στο BDSM πρέπει να κατανοούν κάποιες βασικές αρχές ασφαλείας. Για παράδειγμα, πρέπει να μπορούν να αναγνωρίζουν με ποιο τρόπο θα μπορούσαν να υποστούν βλάβη κάποια μέρη του σώματος, όπως νεύρα και αιμοφόρα αγγεία με σύσφιξη ή με ποιο τρόπο μπορεί το δέρμα να σημαδευτεί και να δημιουργηθεί ουλή. Η σωστή χρήση μαστιγίων, βιτσών ή καμιτσικιών εξαρτάται από τις γνώσεις και δεξιότητες του Κυριαρχικού, και από τις βασικές γνώσεις ανατομίας, και κάνουν τη διαφορά μεταξύ μιας ικανοποιητικής συνεδρίας για τον υποτακτικό και μιας ιδιαίτερας δυσβάσταχτης εμπειρίας, που μπορεί να εμπεριέχει ακόμα και σωματική βλάβη.[12]
Η ευρύτατη γκάμα από διαφορετικά ερωτικά αξεσουάρ και από τεχνικές φυσικού και ψυχολογικού ελέγχου συχνά απαιτούν μια καλή γνώση των λεπτομερειών που σχετίζονται με τις ξεχωριστές συνεδρίες, όπως η ανατομία, η φυσική και η ψυχολογία.[13][14][15]
Είναι πολύ σημαντικό για κάποιον να μπορεί να αναγνωρίζει τα σημάδια που εμφανίζει ένα άλλο άτομο όταν παθαίνει πανικό ή φρικάρει, με στόχο να τα αποφεύγει. Τέτοιου είδους απώλειες ψυχολογικής ισορροπίας είναι συχνές σε περιπτώσεις αισθητηριακών ή συναισθηματικών φορτίσεων. Είναι πολύ σημαντικό σε τέτοιες περιπτώσεις να παρακολουθείτε τέτοιες αντιδράσεις με το καλό του συντρόφου σας κατά νου και να συνεχίσετε ή να σταματήσετε και να προσφέρετε φροντίδα ανάλογα.[6][16]
Τα αντικείμενα και το στυλ που σχετίζονται με το BDSM και τα φετίχ έχουν διαδοθεί ευρέως στην καθημερινή ζωή των δυτικών κοινωνιών από διάφορους παράγοντες, όπως είναι η μόδα, η μουσική Heavy Metal, η υποκουλτούρα Goth, οι τηλεοπτικές σειρές επιστημονικής φαντασίας,[12] αλλά συχνά δεν συνδέεται συνειδητά με την BDSM υποκουλτούρα από τους περισσότερους. Αυτά τα αντικείμενα και το στυλ περιοριζόταν κυρίως στην Punk και τη BDSM υποκουλτούρα στη δεκαετία του 1990, όμως έκτοτε έχει εξαπλωθεί σε ευρύτερα κομμάτια των δυτικών κοινωνιών.
Η σημαία υπερηφάνειας Leather Pride είναι ένα σύμβολο για την υποκουλτούρα για τα δερμάτινα και επίσης χρησιμοποιείται ευρέως στο BDSM. Στην ηπειρωτική Ευρώπη, το Δακτυλίδι Ο, είναι πολύ διαδεδομένο μεταξύ των επαγγελματιών του BDSM. Το Τρισκελές BDSM, είναι ένα κοινό σύμβολο της υποκουλτούρας BDSM στις αγγλόφωνες χώρες και κοινότητες.
Η Σημαία Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων BDSM, προορίζεται να αντιπροσωπεύσει την πεποίθηση ότι οι άνθρωποι των οποίων η σεξουαλικότητα ή η προτίμηση σε σχέση, περιλαμβάνουν Δεσμά και Πειθαρχία, Κυριαρχία και υποταγή, ή Σαδισμό και Μαζοχισμό (BDSM) αξίζουν τα ίδια ανθρώπινα δικαιώματα όπως όλοι οι άλλοι και δεν πρέπει οι συναινούντες ενήλικες να υφίστανται διακρίσεις επειδή ασκούν το BDSM. Η σημαία είναι εμπνευσμένη από τη σημαία Υπερηφάνειας και το έμβλημα του BDSM, αλλά προορίζεται να εκπροσωπήσει ειδικά την έννοια των Δικαιωμάτων του BDSM. Η συγκεκριμένη σημαία δεν εμπεριέχει τους περιορισμούς των άλλων σημάτων κατά της εμπορικής χρήσης. Έχει σχεδιαστεί για να είναι αναγνωρίσιμη από ανθρώπους που γνωρίζουν τι σημαίνει η Σημαία Υπερηφάνειας Leather Pride ή το Τρισκελές του BDSM, σαν κάτι που έχει να κάνει με το BDSM. Επίσης, ο στόχος είναι να είναι ένα διακριτό σύμβολο είτε αυτό αναπαράγεται με χρώμα, είτε με μαύρο και άσπρο (ή άλλο ζεύγος χρωμάτων).
Bondage - Δεσμά / Δέσιμο Σύνολο τεχνικών που εφαρμόζεται σε άτομο υποτακτικού ή μαζοχιστικού προσανατολισμού, με σκοπό τον περιορισμό κινήσεων ή έλεγχο βιολογικών λειτουργιών (π.χ. ενούρηση, αναπνοή, κ.λ.π.) πάντα μέσα σε πλαίσια συναίνεσης και ασφάλειας.
Bottom Γενικός όρος που δηλώνει άτομο συνήθως - αλλά όχι υποχρεωτικά - υποτακτικού προσανατολισμού (sub, slave), το οποίο αποτελεί παθητικό μέλος σαδομαζοχιστικής συνεδρίας (session) σε δεδομένο χώρο και χρόνο.
Top Γενικός όρος που δηλώνει κατά κανόνα - αλλά όχι υποχρεωτικά - άτομο κυριαρχικού προσανατολισμού (Dom/me, Master, Mistress) που αναλαμβάνει τον έλεγχο εντός συγκεκριμένης συνεδρίας σε δεδομένο χώρο και χρόνο. Υποσημείωση: Οι όροι Top και bottom είναι επί το πλείστον δηλωτικοί ρόλων σε συγκεκριμμένες δράσεις (συνεδρίες, public plays, κ.λ.π.) παρά το συνηθισμένο φαινόμενο να επιλέγονται από πολλά άτομα ως status, κάτι το οποίο αποτελεί καθιερωμένη de facto πρακτική στο BDSM lifestyle.
Collar - Κολάρο Περιλαίμιο, συνήθως κατασκευασμένο από δέρμα ή μέταλλο που δηλώνει κτήση του φέροντος ατόμου, από συγκεκριμένο Κτήτορα (Dom/me, Master / Mistress).
Discipline Κάθε ενέργεια ή μεθοδική εφαρμογή ενεργειών η οποία αποσκοπεί στην εκπαίδευση ενός υποτακτικού ατόμου, στη διδαχή κωδίκων συμπεριφοράς, κανόνων και πρωτοκόλλων σύμφωνα με τις επιθυμίες και εντολές του κυριαρχικού μέλους D/s ή M/s σχήματος. Μπορεί να επιβάλλεται είτε με την επιβολή πόνου/περιορισμών ή τιμωρίας, είτε μέσω νοητικής πειθούς, είτε παντοιοτρόπως.
Dom, Domme - Κυριαρχικός/η Το άτομο που έχει την εξουσία και τον έλεγχο επί ενός υποτακτικού ατόμου. Συνώνυμο : Top, συνηθέστερα όταν πρόκειται για περιστασιακές συνεδρίες (sessions).
Domination and submission, D/s, D&s - Κυριαρχία και υποταγή, Κ/υ Η συναινετική ενδυνάμωση, αλληλοσυμπλήρωση του ενός μέλους μίας σχέσης από το άλλο με σκοπό την ερωτική κορύφωση. Η Κυριαρχία και η υποταγή θεωρούνται τα ψυχολογικά και αισθηματικά ερείσματα του σαδομαζοχισμού (SM). Παρατήρηση: Τόσο σε φιλολογικό όσο και σε πρακτικό επίπεδο δεν συνηθίζεται αναφορά στην έννοια της κυριαρχίας χωρίς την υποταγή και το αντίστροφο.
Dominatrix Από το θηλυκό γένος του όρου "dominator" (κυρίαρχος ) στη λατινική γλώσσα. Το άτομο που προσφέρει σαδομαζοχιστικές, D/s συνεδρίες, σε άτομα υποτακτικού προσανατολισμού επί πληρωμή. Συνώνυμο: Pro Domme - Professional Dominatrix, Επαγγελματίας Κυρίαρχη
Dungeon Ειδικά διαμορφωμένος και εξοπλισμένος χώρος, για σαδομαζοχιστικές συνευρέσεις.
Fetish - Φετίχ - Φετιχισμός Αντικείμενο ή μέρος του σώματος (δέρμα, λάτεξ, υποδήματα, πόδια, κ.λ.π.) που προκαλεί αισθήματα έλξης, αισθησιασμού ή και ερωτικά, υποκαθιστώντας το συνήθη παράγοντα δημιουργίας τέτοιων συναισθημάτων, δηλαδή τον άνθρωπο. - Φετιχισμός, η διαρκής τάση του φετιχιστή προς αυτή την κατεύθυνση.
Foot fetish - Podophilia Ο σεξουαλικός ερεθισμός από τα πόδια, η αναγωγή των ποδιών σε φετίχ.
Gor Ονομασία του φανταστικού πλανήτη Gor, προερχόμενη από σειρά βιβλίων του John Norman.
Gorean Όρος που προέρχεται από τα βιβλία του John Norman. Επιρροές από αυτή τη φαντασιακή κουλτούρα σκλάβων και αφεντάδων δημιούργησαν ένα δημοφιλές παιχνίδι ρόλων (Role Play) με έντονα θεατρικά στοιχεία (κοστούμια, συμπεριφορές, πρωτόκολλα, κ.λ.π.) με φανατικούς θιασώτες ανάμεσα στις τάξεις των σαδομαζοχιστών.
Humiliation - Εξευτελισμός Παιγνιώδης υποτίμηση, εξευτελισμός, ταπείνωση που μπορεί να αποτελεί μέρος του ερωτικού παιχνιδιού. Παραδόξως, όταν στο σαδομαζοχισμό χρησιμοποιείται με τον κατάλληλο τρόπο μπορεί να αποβεί ικανός παράγοντας για να αποκτήσει ένα άτομο την αυτοεκτίμηση του μέσα από την ενίσχυση της σεξουαλικότητας του. Σημαντική αποσαφήνιση: Περιπτώσεις κακόβουλης επιθετικότητας στην αυτοεκτίμηση ή τη σεξουαλικότητα ενός ατόμου ή απόπειρες χειραγώγησης του ηθικού του, θεωρούνται κακοποίηση και ουδεμία σχέση έχουν με σαδομαζοχιστικές, D/s, M/s πρακτικές.
Limit - Όριο Το σημείο πέρα από το οποίο κανένα μέλος μίας BDSM συνεδρίας δεν συναινεί να προχωρήσει. Μπορεί να είναι μία συγκεκριμένη δραστηριότητα στην οποία κάποιο άτομο δεν μπορεί να ανταπεξέλθει, ή διαπιστώνει ότι παύει να λειτουργεί σε σχέση με το παιχνίδι. Μπορεί επίσης να είναι ένα οριακό σημείο όπου το άτομο παύει να απολαμβάνει ή να ικανοποιείται, ή δεν μπορεί πλέον να ανταπεξέλθει ψυχολογικά. Τα όρια διαφέρουν από άτομο σε άτομο και από κατάσταση σε κατάσταση και ενώ συνήθως τίθενται από τα bottom μέλη μιας συνεδρίας δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι κυρίως αφορούν τα Top.
Masochism - Μαζοχισμός Η δυνατότητα, ροπή, ανάγκη του ατόμου να αντλεί απόλαυση - ικανοποίηση από τον πόνο.
Master, Mistress Συνώνυμα των Dom/Domme με έμφαση στην κτήση ενός υποκειμένου σε υποταγή/σκλαβιά (submission/slavery). Συνηθέστερα χρησιμοποιείται για να δηλώσει στενότερες σχέσεις μεταξύ κυριαρχικού και υποτακτικού ατόμου ή στην καθομιλουμένη του BDSM για να υποδηλώσει το κυριαρχικό εκείνο άτομο που κατέχει εμπειρία, τεχνικές και μέσα.
Mentor - Μέντορας Δάσκαλος, Σύμβουλος. Ανεξάρτητα από προσανατολισμό (κυριαρχικό ή υποτακτικό) ένας BDSMer θα χρειαστεί τα φώτα του, ή τουλάχιστον θα ήταν σοφό να το κάνει.
Mind games - Παιχνίδια νοητικής επιβολής - Τεχνική κυριαρχίας όπου ο έλεγχος επιβάλλεται κυρίως με νοητικές μεθόδους, όπως για παράδειγμα ο εξευτελισμός (humiliation ) και δευτερευόντως με σωματική επιβολή (π.χ. bondage ) ή επιβολή πόνου. Αποσαφήνιση: Ό όρος παραπέμπει επίσης (σε μη BDSM-ικό επίπεδο) στη μη συναινετική ψυχολογική χειραγώγηση με σκοπούς αλλότριους της θέλησης του υποκειμένου. Η αντιδιαστολή είναι σαφής.
PE, Power Exchange - Ανταλλαγή ισχύος Ευρύτερα αποδεκτός όρος, δηλωτικός παιχνιδιών όπου γίνεται ανταλλαγή ελέγχου και ισχύος με φορά από το υποτακτικό άτομο προς το κυριαρχικό, σε δεδομένο χώρο και χρόνο. Όταν αυτό συμβαίνει επί μακρόν χρησιμοποιείται ο όρος ΤΡΕ.
TPE - Total Power Exchange Μία σχέση στην οποία ένα άτομο παραδίδει τον έλεγχο σε άλλο άτομο για αόριστο χρόνο και καθορίζεται από το γεγονός ότι οι ρόλοι είναι σταθεροί και αμετάβλητοι.
RACK Ακρωνύμιο, παραπληρωματικό του SSC, των λέξεων - φράση Risk Aware Consensual Kink. Διατυπώθηκε από τον Gary Switch σαν μιας μορφής εναλλακτικό συμπλήρωμα στο SSC με βάση το σκεπτικό ότι:
Sadomasochism - Σαδομαζοχισμός Σύντμηση των όρων σαδισμός και μαζοχισμός. Συνήθως ο όρος δηλώνει μια αμοιβαία, συναινετική δραστηριότητα με σκοπό τη σεξουαλική διέγερση που περιλαμβάνει κάποια μορφή επιβολής πόνου, περιορισμών ή ανταλλαγής ελέγχου. - Η δημιουργία ευχαρίστησης σε άλλους ή στον ίδιο μας τον εαυτό μέσω της πρόκλησης σωματικού ή ψυχικού πόνου ή περιορισμών.
Safe Call Προληπτικό μέτρο ασφαλείας, όταν ένα άτομο που πρόκειται να συμμετάσχει σε συνεδρία ή συνάντηση ενημερώνει κάποιο τρίτο πρόσωπο για το που θα βρίσκεται, με ποιούς και πότε θα επιστρέψει, ζητώντας από το πρόσωπο αυτό να καλέσει σε βοήθεια σε περίπτωση που το άτομο δεν εμφανιστεί εμπρόθεσμα.
Safeword Μια λέξη, φράση ή νεύμα που προσυμφωνείται ρητά μεταξύ των συμμετεχόντων σε συνεδρία και σημαίνει την άμεση παύση κάθε δραστηριότητας στην περίπτωση που χρησιμοποιηθεί στη διάρκεια της συνεδρίας.
Slave - σκλάβος, σκλάβα Το άτομο που παραδίδει τον πλήρη έλεγχο του σε κυρίαρχο άτομο μέσα από διαδικασίες πλήρους συναίνεσης, λογικής και πνευματικής διαύγειας. Οι διαδικασίες αυτές περιγράφονται ακριβέστερα με τον οξύμωρο όρο "εθελοδουλεία", ο οποίος κατά κανόνα διεγείρει αρνητικά τα αντανακλαστικά όσων σκέπτονται κατά τα "κοινώς αποδεκτά πλαίσια". Δεν αποκλείεται ακόμα και αυτός να είναι ένας από τους πολλούς λόγους για τους οποίους μια όχι ασήμαντη μερίδα ανθρώπων αντλεί σεξουαλική διέγερση και ψυχοσωματική απόλαυση προσχωρώντας στην εθελοδουλεία.
Submissive (sub) Παρεμφερής όρος με αυτόν του slave. Έχουν διατυπωθεί ουκ ολίγες θεωρίες σχετικά με τη διάκριση μεταξύ subs και slaves καθώς οι τομείς δραστηριοτήτων τους τέμνονται σε μεγάλο βαθμό. Πέρα από το γεγονός ότι ως slave θεωρείται ένα υποτακτικό άτομο όταν έχει παραδώσει τον απόλυτο έλεγχο του σε αντίστοιχο κυριαρχικό στο οποίο χρεώνεται ως κτήση, δεν έχει κατορθωθεί να διατυπωθούν με σαφήνεια και στο μέτρο του κοινώς παραδεκτού μέσα στο BDSM lifestyle οι επιμέρους διαφορές τους. Επί του πρακτέου μία από τις πολλές θεωρήσεις είναι ότι έχουν κοινό προσανατολισμό αλλά απέχουν μεταξύ τους στις ρουτίνες.
Switch Το άτομο που αντλεί ικανοποίηση και απόλαυση αλλάζοντας κατά το δοκούν ρόλους από υποτακτικό σε κυριαρχικό και αντίστροφα. Αποσαφήνιση: Γίνεται αναφορά σε εναλλαγή ρόλων και όχι προσανατολισμού διότι είναι μάλλον αδύνατο να μιλήσει κάποιος με βεβαιότητα για συγκεκριμένο προσανατολισμό στην περίπτωση των switch. Παραταύτα, εντός της BDSM-ικής κουλτούρας η έννοια switch προσλαμβάνεται ως αυτόνομη ιδιότητα (status) με τις δικές της διακριτές ιδιαιτερότητες και λειτουργίες.
Subspace- Domspace Εγκεφαλική / ψυχοσωματική κατάσταση, μορφή έκστασης που πολλοί την έχουν περιγράψει σαν "πέταγμα ή ολίσθηση" και οφείλεται στις ενδορφίνες που εκκρίνονται κατά τη διάρκεια έντονης συνεδρίας ή αποκορύφωσης των αισθήσεων.
Vanilla Λογοπαικτικός όρος, εφεύρημα των BDSMers που υποδηλώνει οτιδήποτε σχετικό με τη συμβατική, συνήθη σεξουαλικότητα.
Το BDSM εξασκείται από όλες τις κοινωνικές τάξεις και είναι κοινό και στους ετεροφυλόφιλους, αλλά και στους ομοφυλόφιλους και αμφιφυλόφιλους άνδρες και γυναίκες, σε διάφορες περιστάσεις, αλλά και σε διάφορα επίπεδα έντασης.[17][18] Το φάσμα ξεκινάει από ζευγάρια με καμία διασύνδεση με την υποκουλτούρα, στα σπίτια τους, χωρίς καμία γνώση του όρου BDSM, τα οποία παίζουν ελαφρά παιχνίδια δεσίματος, μέχρι δημόσια παιχνίδια σε διάφορες εκδηλώσεις, όπως για παράδειγμα σχετικά πάρτυ ή τα περιβόητα Folsom Fair που γίνονται σε διάφορες αμερικανικές και ευρωπαϊκές πόλεις.
Το ποσοστό των γυναικών που ασχολούνται με το BDSM είναι σημαντικά πιο χαμηλό από άλλα συμπεριφορικά μοτίβα τα οποία επίσημα θεωρούνται παραφιλίες από την επικρατούσα θεωρία. Η εκτίμηση που βασίζεται σε επιστημονικές έρευνες είναι πως μια γενικότερη ερωτική συμπεριφορά που σχετίζεται με το BDSM, συναντάται στο 5% με 10% του γενικού πληθυσμού, ανάλογα με τους αντικειμενικούς σκοπούς της εκάστοτε έρευνας (βλέπε παρακάτω).
Μια αντιπροσωπευτική μελέτη πάνω στην σεξουαλική συμπεριφορά των Αμερικανών φοιτητών που δημοσιεύτηκε το 1997 και βασιζόταν σε ερωτηματολόγια, εντόπισε το ποσοστό αυτό στο 8-9%. Επίσης έδειξε πως το 15% των ανοιχτά ομοφυλόφιλων ανδρών, το 14% των ομοφυλόφιλων και αμφιφυλόφιλων γυναικών, το 2% το ετεροφυλόφιλων ανδρών και το 5% των ετεροφυλόφιλων γυναικών αρέσκονταν σε φαντασιώσεις σχετικές με το BDSM.[19] Σε όλες τις ομάδες, το 6% δήλωνε πως είχε πρακτικές εμπειρίες σχετικές με το BDSM. Στην ομάδα των ανοιχτά ομοφυλόφιλων και αμφιφυλόφιλων γυναικών το ποσοστό αυτό άγγιζε το 14%. Ανεξάρτητα από την σεξουαλική προτίμηση, περίπου το 2% των φοιτητών που ερωτήθηκαν, αλλά και το 4% των ανοιχτά ομοφυλόφιλων και αμφιφυλόφιλων γυναικών και το 7% των ανοιχτά ομοφυλόφιλων ανδρών, εκδήλωσαν ένα ενδιαφέρον στην τεχνική του πυγοραπίσματος (spanking). Εμπειρία πάνω σε αυτή την πρακτική δήλωσε πως είχε το 12% των ανδρών ομοφυλόφιλων, το 15% των ομοφυλόφιλων και αμφιφυλόφιλων γυναικών και το 16% των ομοφυλόφιλων και αμφιφυλόφιλων ανδρών, αλλά και των ετεροφυλόφιλων γυναικών.[19] Παρόλο που η παραπάνω μελέτη δεν θεωρήθηκε αντιπροσωπευτική, άλλες έρευνες καταδεικνύουν ανάλογα αποτελέσματα σε διαφορετικές ομάδες που μελετήθηκαν[16][20][21]
Μια αντιπροσωπευτική μελέτη μου δημοσιεύτηκε το 1999 από το γερμανικό Institut fur rationale Psychologie, περίπου τα δύο τρίτα των γυναικών που ερωτήθηκαν, εκδήλωσαν την επιθυμία τους να βρεθούν στο έλεος των ερωτικών τους συντρόφων από καιρό σε καιρό. Το 69% παραδέχτηκε πως είχε σεξουαλικές φαντασιώσεις που σχετίζονται με ερωτική υποταγή, το 42% εκδήλωσε ενδιαφέρον σε συγκεκριμένες τεχνικές BDSM, ενώ το 25% στο ερωτικό δέσιμο.[22] Το 1976 μια μελέτη στο γενικό πληθυσμό των ΗΠΑ δείχνει πως το 3% των ερωτηθέντων είχαν θετικές εμπειρίες με το ερωτικό δέσιμο ή με παιχνίδια ρόλων κυριαρχίας/υποταγής. Πάνω από το 12% των γυναικών και το 18% των ανδρών που ερωτήθηκαν δήλωσαν πως είναι διατεθειμένοι να δοκιμάσουν. [22][23] Μια αναφορά του Ινστιτούτου Kinsey των ΗΠΑ, αναφέρει πως το 5% με 10% των Αμερικανών εμπλέκονται περιστασιακά με ερωτικές δραστηριότητες που σχετίζονται με το BDSM. To 11% των ανδρών και το 17% των γυναικών δήλωσαν πως δοκίμασαν το δέσιμο.[23][24]
Σύμφωνα με μια νεότερη μελέτη του 2005 που έγινε σε ένα σημαντικό δείγμα 317.000 ατόμων σε 41 χώρες, το 20% των ερωτηθέντων έχουν δοκιμάσει τουλάχιστον μια φορά να φορέσουν μάσκες, καλύπτρες στα μάτια και άλλα βοηθήματα δεσίματος, ενώ το 5% συνέδεσε ρητά τους εαυτούς τους με το BDSM. Σε μια άλλη μελέτη του 2004, το 19% ανέφερε το πυγοράπισμα σαν μια από τις πρακτικές του, ενώ το 22% επιβεβαίωσε την χρήση καλυπτρών στα μάτια ή/και χειροπεδών.
.
Στο παρελθόν, πολλές δραστηριότητες και φαντασιώσεις που σχετίζονται με το BDSM, αποδίδονταν γενικά στον σαδομαζοχισμό και θεωρούνταν από την ψυχιατρική ως ασθένειες. Σύμφωνα με το διεθνές εγχειρίδιο διαγνωστικής International Classification of Diseases (ICD-10), ο σαδομαζοχισμός χαρακτηρίζεται ως "Διαταραχή σεξουαλικής προτίμησης" (F65.5) και περιγράφεται ως εξής: "Μια προτίμηση για σεξουαλική δραστηριότητα που περιλαμβάνει την πρόκληση πόνου ή εξευτελισμού, ή δέσιμο. Αν το άτομο είναι ο δέκτης τέτοιου ερεθισμού, τότε αποκαλείται μαζοχισμός. Αν είναι ο πάροχος, σαδισμός. Συχνά, το άτομο νιώθει σεξουαλικό ερεθισμό και από σαδιστικές και από μαζοχιστικές δραστηριότητες".
Με την δημοσιοποίηση του αμερικανικού εγχειριδίου Diagnostic and Statistical Manual of Mental Disorders (DSM-IV) το 1994, ετέθησαν νέα κριτήρια διάγνωσης τα οποία περιγράφουν πως το BDSM δεν αποτελούν διαταραχές σεξουαλικής προτίμησης. Πλέον, οι δραστηριότητες του BDSM δεν θεωρούνταν ασθένειες. Το DSM-IV αναφέρει πως "οι φαντασιώσεις, οι σεξουαλικές επιθυμίες και οι συμπεριφορές" θα πρέπει να αποδειχτεί πως "προκαλούν κλινικά σημαντική πίεση ή αναπηρία σε κοινωνικούς, επαγγελματικούς και άλλους σημαντικούς τομείς λειτουργίας του ατόμου" για να θεωρηθεί πως η ενασχόληση του με το σαδισμό και το μαζοχισμό αποτελούν διαταραχή. Σε ένα άρθρο της AASECT που παρέχει διαγνωστικές οδηγίες για θεραπευτές που ασχολούνται με πελάτες που σχετίζονται με το BDSM, οι σεξολόγοι Charles Allen Moser και Peggy Kleinplatz σημειώνουν πως μπορεί να προκληθεί σημαντική πίεση σε ασθενείς που ασχολούνται με το BDSM, λόγω του κοινωνικού στίγματος και των διακρίσεων που το περιβάλουν. Επίσης αναφέρουν πως κάτω από αυτές τις περιστάσεις, ο ρόλος του θεραπευτή είναι να "επιβεβαιώσει τον ψυχικό πόνο, παρά να ‘γιατρέψει’ τις επιθυμίες που σχετίζονται με το BDSM". Η τελευταία έκδοση του DSM-IV (DSM-IV-TR) επεκτείνει παραπέρα τα διαγνωστικά κριτήρια απαιτώντας πως για να διαγνωστεί η δραστηριότητα ως παραφιλία, θα πρέπει να αποτελεί το μοναδικό τρόπο απόκτησης ερωτικής ικανοποίησης για μια περίοδο τουλάχιστον έξι (6) μηνών και είτε να "προκαλεί κλινικά σημαντική πίεση ή αναπηρία σε κοινωνικούς, επαγγελματικούς και άλλους σημαντικούς τομείς λειτουργίας του ατόμου", είτε δεν σέβεται την προϋπόθεση της συναίνεσης ή προβαίνει σε μη-συναινετικές πράξεις. Παρόλα αυτά, είναι πολύ πιθανό στο ίδιο άτομο να υπάρχουν αλληλεπικαλύψεις ανάμεσα σε διαταραχές σεξουαλικής προτίμησης και σε φυσιολογικές πρακτικές BDSM.
Στην Ευρώπη, μια οργάνωση που ονομάζεται http://www.revisef65.org/[νεκρός σύνδεσμος], δουλεύει συστηματικά με σκοπό την αναθεώρηση του διεθνούς εγχειριδίου International Classification of Diseases (ICD-10).[25] Το 1995, η Δανία έγινε η πρώτη χώρα της Ευρωπαϊκής Ένωσης που αφαίρεσε ολοκληρωτικά το σαδομαζοχισμό από το εθνικό εγχειρίδιο διαγνωστικής. Ακολούθησε η Σουηδία το 2009, η Νορβηγία το 2010 και η Φινλανδία το 2011.[26][27][28]
Πρόσφατες έρευνες έχουν δείξει πως η επέκταση των φαντασιώσεων και των πρακτικών BDSM στον πληθυσμό, σηματοδοτεί σημαντικές διακυμάνσεις στα αποτελέσματα τους.[34] Παρόλα αυτά, μπορεί να ειπωθεί πως η μεγάλη πλειοψηφία των ερευνητών θεωρούν πως το 5% με 7% του πληθυσμού δείχνει μια σεξουαλική συμπεριφορά που σχετίζεται με ηδονή που λαμβάνει από την εμπειρία του πόνου ή της ερωτικής κυριαρχίας και υποταγής. Επιπλέον, το ποσοστό του πληθυσμού που έχει σχετικές φαντασιώσεις θεωρείται πως είναι σημαντικά υψηλότερο. [29]
Τον Ιούλιο του 2018, ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (WHO) προχώρησε στην κατάργηση του λήμματος F65 στο Διεθνές Εγχειρίδιο Κατηγοριοποίησης Ασθενειών - Intenational Classification of Diseases (ICD) [30][31] στην καινούργια έκδοση του (ICD-11)[32], που περιελάμβανε τον Σεξουαλικό Σαδομαζοχισμό (F65.5), τον Φετιχισμό (F65.0), τον Παρενδυτικό Φετιχισμό (F65.1), καθώς επίσης και κάποια άλλα σχετικά λήμματα που αφορούσαν τις Πολλαπλές Διαταραχές Σεξουαλικών Προτιμήσεων (F65.6) καθώς και Άλλες Διαταραχές Σεξουαλικών Προτιμήσεων (F65.8).[33]
Η μεταβολή αυτή προήλθε σταδιακά. Αρχικά, οι Σκανδιναβικές χώρες και η Γερμανία ήταν οι πρώτες που κατάργησαν τον ερωτικό σαδομαζοχισμό ως παραφιλία.[34] Επίσης, σημαντικό ρόλο στην αλλαγή αυτή είχαν και πολλές νέες μελέτες πάνω στον αντίκτυπο του ερωτικού σαδομαζοχισμού πάνω στην υγεία όσων τον εφαρμόζουν και γενικά στη δημόσια υγεία, που αποδείχτηκε πως δεν ήταν αρνητικός.[35][36][37][38]
Η βασική αλλαγή (που συντελείται πρώτη φορά) είναι πως το ICD-11 υιοθετεί την θέση πως ο ερωτικός σαδομαζοχισμός δεν συνδέεται άμεσα με τη βία και την κακοποίηση. [39] Επίσης, τον θεωρεί πλέον ως ιδιωτική σεξουαλική συμπεριφορά, η οποία δεν χρήζει ψυχιατρικής θεραπείας και ως μια παραλλαγή ερωτικής πράξης.[40] Επίσης, το ICD-11 καινοτομεί σταματώντας τις διακρίσεις της ψυχιατρικής εναντίον των ατόμων που εφαρμόζουν αυτές τις πρακτικές και έχουν το συγκεκριμένο σεξουαλικό προσανατολισμό. [40] Η Ομάδα Εργασίας Σεξουαλικών Διαταραχών και Υγείας, η οποία διερεύνησε το θέμα, αποφάνθηκε πως υπήρξαν περιπτώσεις ψυχιατρικών διαγνώσεων που χρησιμοποιήθηκαν για να παρενοχλήσουν, να σιωπήσουν και να οδηγήσουν σε φυλάκιση άτομα που εφαρμόζουν ερωτικές σαδομαζοχιστικές πρακτικές. [40][27]
Πολύ σημαντικό ρόλο έπαιξαν και οι μακροχρόνιες προσπάθειες της Νορβηγικής Οργάνωσης "Revise F65"[41] η οποία παρουσίασε την μελέτη της για την κατάργηση των παραπάνω λημμάτων από το ICD σε σχετική επιτροπή του ΠΟΥ[42]. Ο ΠΟΥ μελέτησε και υιοθέτησε τελικά τις μεταβολές αυτές.[43]
Το αποτέλεσμα αυτής της μεταβολής ήταν ένα μεγάλο άλμα στον τομέα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και σεξουαλικών ελευθεριών.[44]
Η αλλαγή αυτή θα υιοθετηθεί από το 2019 και το εγχειρίδιο θα χρησιμοποιείται επισήμως από την 1 Ιανουαρίου 2022.[45]
Πέρα από αυτό, υπάρχουν μόνο λίγες μελέτες σχετικά με το θέμα του BDSM που χρησιμοποιούν μοντέρνα επιστημονικά στάνταρ. Μια σημαντική μελέτη πάνω στο θέμα δημοσιεύτηκε από τον Αμερικανό ψυχοθεραπευτή Charles Moser το 1988 στο περιοδικό Journal of Social Work and Human Sexuality.[46] Το συμπέρασμα του ήταν πως παρόλο που δεν υπάρχουν επιστημονικά δεδομένα που να αποδεικνύουν ψυχολογικά προβλήματα σε άτομα που ασκούν το BDSM, κάποια στοιχειώδη αποτελέσματα είναι εμφανή. Δίνει ιδιαίτερη έμφαση στο γεγονός πως δεν υπάρχουν ικανοποιητικά στοιχεία που να στηρίξουν μια θεωρία που θα λέει πως τα άτομα που ασκούν ή φαντασιώνονται το BDSM εμφανίζουν μια κοινή συμπτωματολογία ή μια κοινή ψυχοπαθολογία. Παράλληλα, η κλινική βιβλιογραφία, δεν δίνει μια συμπαγή εικόνα που θα αφορά τα άτομα που ασκούν το BDSM. Ο Moser δίνει επίσης έμφαση στο γεγονός πως δεν υπάρχουν στοιχεία που να υποστηρίζουν τη θεωρία πως τα άτομα που ασχολούνται με το BDSM έχουν κάποια ειδικά ψυχιατρικά προβλήματα ή έστω κάποια προβλήματα που να σχετίζονται αποκλειστικά με τις προτιμήσεις τους. Ωστόσο δεν απορρίπτει το γεγονός παρουσίασης ψυχεδελικών και άλλων ψυχικών διαταραχών σε άτομα που ασχολούνται με αυτού του είδους την σεξουαλική ευχαρίστηση.
Τα αποτελέσματα της μελέτης του Moser υποστηρίχτηκαν από δεδομένα που παρουσιαστήκαν από δεδομένα που εμφανίστηκαν στο Παγκόσμιο Κογκρέσο Σεξολογίας 2007, από τους Juliet Richters, Richard De Visser, Andrew Grulich καιChristopher Rissel. Οι ερευνητές βρήκαν πως τα άτομα που ασχολούνται με το BDSM δεν εμφανίζουν μεγαλύτερες πιθανότητες να υποστούν σεξουαλική επίθεση ή να είναι περισσότερο δυστυχισμένα ή αγχωμένα από το δείγμα. Αναφέρθηκε δε πως οι άνδρες που ασχολούνταν με το BDSM εμφάνισαν χαμηλότερο βαθμό ψυχολογικής ευεξίας από το δείγμα. Το συμπέρασμα ήταν πως "το BDSM είναι απλά ένα ερωτικό ενδιαφέρον που εκφράζει μια μειονότητα, όχι ένα παθολογικό σύμπτωμα παλαιότερης κακοποίησης ή δυσχέρειας με το φυσιολογικό σεξ, που βέβαια δεν πρέπει να παρεκλίνει και να γίνεται ακραίο, αφού παραμονεύει ο κίνδυνος ψυχολογικών τραυμάτων.[47]
Τα όποια προβλήματα ορισμένες φορές έχουν να κάνουν με τον αυτοχαρακτηρισμό του ίδιου του ατόμου. Κατά τη διάρκεια της φάσης της αποκάλυψης της ιδιαιτερότητας του στο περιβάλλον του, το άτομο πολύ συχνά αμφισβητεί τον εαυτό του και την "φυσιολογικότητα" του. Σύμφωνα με το Moser, η ανακάλυψη της προτίμησης για το BDSM μπορεί να οδηγήσει στο φόβο της καταστροφής μιας παρούσας, μη-BDSM σχέσης. Αυτό, μαζί με το φόβο των διακρίσεων στην καθημερινότητα, οδηγεί σε ορισμένες περιπτώσεις σε μια διπλή ζωή που μπορεί να είναι ιδιαίτερα επιβαρυντική για το άτομο. Την ίδια στιγμή, η άρνηση της προτίμησης για το BDSM μπορεί να προκαλέσει άγχος και ανικανοποίηση με το παρόν "vanilla" (μη-BDSM) τρόπο ζωής, πράγμα που μπορεί να οδηγήσει στην αδυναμία εξεύρεσης συντρόφου. Ο Moser συμπεραίνει πως τα άτομα που ασκούν το BDSM και έχουν πρόβλημα να βρουν συντρόφους μέσα από το BDSM, θα έχουν εξίσου πρόβλημα να βρουν και "vanilla"συντρόφους. Η επιθυμία να αφαιρέσει κάποιος την προτίμηση του για το BDSM είναι ένας ακόμα πιθανός παράγοντας για ψυχολογικά προβλήματα, καθώς αυτό δεν είναι εφικτό στις περισσότερες περιπτώσεις. Τέλος, ο ψυχοθεραπευτής δηλώνει πως όσα άτομα ασκούν το BDSM, σπάνια προβαίνουν σε βίαια εγκλήματα, αλλά γίνονται πιο βίαια στην καθημερινή ζωή με τον σύντροφο τους. Από αυτή την οπτική, τα εγκλήματα που προκαλούνται από τα άτομα που ασκούν το BDSM, σπάνια έχουν κάποια πραγματική σύνδεση με την ύπαρξη αυτής της προτίμησης στη ζωή τους. Η μελέτη του Moser καταλήγει πως δεν υπάρχουν επιστημονικά δεδομένα τα οποία θα μπορούσαν να αιτιολογήσουν μια άρνηση παροχής θέσεων εργασίας, πιστοποιητικά ασφαλείας, άρνηση υιοθεσίας, κηδεμονία ή άλλα κοινωνικά δικαιώματα ή προνόμια. Ο Ελβετός ψυχαναλυτής Fritz Morgenthaler μοιράζεται ανάλογα συμπεράσματα στο βιβλίο του, Ομοφυλοφιλία, Ετεροφυλοφιλία, Διαστροφή (Homosexuality, Heterosexuality, Perversion, 1988). Γράφει, πως όποια πιθανά προβλήματα προκύψουν, δεν οφείλονται απαραίτητα σε μια μη-φυσιολογική συμπεριφορά, αλλά στις περισσότερες περιπτώσεις, σε μια αληθινή ή πιθανολογούμενη αντίδραση από το κοινωνικό περιβάλλον ως προς τις προσωπικές προτιμήσεις.
Η κατανόηση της κουλτούρας του BDSM είναι πάντα αλληλένδετη με προκαταλήψεις, κλισέ και στερεότυπα. Οι όποιες παρεξηγήσεις προκύπτουν από μια γενικότερη άγνοια σχετικά με τη σεξουαλικότητα και τις σεξουαλικές πρακτικές, καθώς επίσης και από το γεγονός πως πολλοί έχουν λανθασμένες αντιλήψεις σχετικά με το γεγονός πως η προσωπική ζωή και η δημόσια περσόνα του καθενός μπορεί να διαφέρουν σημαντικά. Για παράδειγμα, πολλές φορές υπάρχει η αντίληψη πως ένας υποτακτικός ή μια υποτακτική επιθυμούν να βιώνουν πόνο και εξευτελισμό στην καθημερινότητα τους, ή αντίστοιχα, πως προτιμούν το εντελώς αντίθετο. Παρόλα αυτά, δεν υπάρχει μια σαφής σύνδεση ανάμεσα στην κοινωνική θέση και στις προτιμήσεις μέσα στο BDSM. Μια περαιτέρω εντελώς λανθασμένη αντίληψη είναι πως τα όποια μέλη της κοινότητας του BDSM θέλουν μόνο να πονέσουν ή να προκαλέσουν φυσικό, ψυχολογικό ή πνευματικό πόνο, πράγμα που, λένε, οδηγεί σε προβληματικές συναισθηματικές και πνευματικές σχέσεις, όταν αυτές προκύπτουν. Γενικά πάντως δεν θα πρέπει να ξεχνάμε ότι η τεχνική αυτή ξεφεύγει από τα όρια και δεν ισχυροποιεί την σχέση των ατόμων αλλά την υποδαυλίζει παρόλη την ευχαρίστηση που προσδίδει.